- δεντρολίβανο
- Φυτό της οικογένειας των χειλανθών, γνωστό με την επιστημονική ονομασία ροσμαρίνος ο φαρμακευτικός. Είναι αειθαλής, φρυγανώδης θάμνος, πολύκλαδος και πυκνόφυλλος, με μικρά, γραμμοειδή φύλλα και περιτυλιγμένα χείλη, πράσινα στην πάνω πλευρά και λευκά, χνουδωτά στην κάτω. Τα μικρά, κυανόλευκα άνθη του είναι συγκεντρωμένα σε σπονδύλους κατά μήκος του ακραίου τμήματος των βλαστών, στις μασχάλες των φύλλων. Η στεφάνη τους είναι τυπικά δίχειλη, με δισχιδές άνω χείλος και τρίλοβο κάτω, με φαρδύ και κυρτό μεσαίο λοβό. Ο καρπός είναι τετραχαίνιο.
Είναι αυτοφυές σε πετρώδη εδάφη σχεδόν σε όλη την Ελλάδα, αλλά φυτεύεται συχνά στους λαχανόκηπους και στους ανθόκηπους. Ολόκληρο το φυτό και ειδικότερα τα φύλλα και τα άνθη περιέχουν άχρωμο ή κιτρινωπό λεπτόρρευστο αιθέριο έλαιο (ροσμαρινέλαιο), με διαπεραστικό, ευχάριστο άρωμα. Τα φύλλα περιέχουν και δεψικές ουσίες. Το ροσμαρινέλαιο χρησιμοποιείται στη φαρμακευτική, σε μορφή αλοιφής για εξωτερική χρήση κατά των ρευματικών παθήσεων. Χρησιμοποιείται επίσης ως τονωτικό και ανθελμινθικό. Σε πολλές περιοχές (Δαλματία, Γαλλία) καλλιεργείται και ως αρωματικό, επειδή το αιθέριο έλαιό του χρησιμοποιείται ως συστατικό στην αρωματοποιία. Εκτός από τις χρήσεις αυτές, το έλαιο και το αλκοόλ του δ. αποτελούν τη βάση σε διάφορα φαρμακευτικά παρασκευάσματα, με διεγερτικές και τονωτικές ιδιότητες.
Τα φύλλα του δεντρολίβανου χρησιμοποιούνται ως αρωματικό τροφίμων.
* * *το και δεντρολίβανος, ο (AM δενδρολίβανον, το και δενδρολίβανος, ο)το αρωματικό και φαρμακευτικό φυτό ροσμαρίνος ο φαρμακευτικός.
Dictionary of Greek. 2013.